As a rule, political economists of the present day do not take the trouble to study the history of money; it is much easier to imagine it and deduce the principles of this imaginary knowledge Alaxander del Mar, A History of monetary systems (1901)
Τράπεζα της Ελλάδος: μεταξύ συνωμοσιολογίας και ιστορίας
Η χρηματοπιστωτική και νομισματική κρίση που ξεκίνησε το 2007-2008 έφερε στο προσκήνιο εξεζητημένες λεπτομέρειες της λειτουργίας του παγκοσμίου τραπεζικού και νομισματικού συστήματος. Μέχρι την στιγμή εκείνη, ΜΜΕ, κόμματα και Πανεπιστήμια απεύθυναν τέτοιες συζητήσεις μόνον σε επαγγελματίες, αναπαραγάγοντας την συστημική επιχειρηματολογία και στηριζόμενα σε ορθόδοξες οικονομικές θεωρίες. Η κρίση όμως άλλαξε άρδην την μορφή του διαλόγου· λεπτομέρειες με τις οποίες κανείς μη επαγγελματίας δεν διενοείτο μέχρι τότε να ασχοληθεί – εκδοτικό προνόμιο, κλασματικό αποθεματικό, «σπρεντ» ομολόγων, μεταλλικοί κανόνες, εκδοτικές τράπεζες – εισέβαλαν ως χείμαρρος στην καθημερινή συζήτηση.
Αυτή η απότομη έκρηξη ενδιαφέροντος, καθώς και η ραγδαία αποσύνθεση της εμπιστοσύνης του κοινού στον συστημικό λόγο, παρείχαν μια σπάνια ευκαιρία για εναλλακτικές θεωρήσεις του παγκόσμιου νομισματικού συστήματος. Φαινόταν ότι αναδυόταν μια σπάνια ευκαιρία για αναζωογόνηση της συζήτησης, εκλαΐκευση κρίσιμων πτυχών του συστήματος και – ίσως – κάποια μεταρρύθμιση.
Τον χώρο που άνοιξε πλήρωσε ένας αριθμός εξωσυστημικών αναλυτών που άλλοτε παρείχαν μια αξιολογότατη εκλαΐκευση του συστήματος (π.χ. η ταινία Money as debt του Καναδού γραφίστα Paul Grignon), άλλοτε όμως μια αστήρικτη συνωμοσιολογία· στην Ελλάδα έθαλλε κυρίως η δεύτερη κατηγορία. Οι προτάσεις και οι αναλύσεις που ακούστηκαν για την επίλυση του ελληνικού προβλήματος, από τον δογματισμό του «επαχθούς χρέους» μέχρι τις... μετοχές της Τράπεζας Ανατολής, ήταν τόσο αστήρικτες, που αν πέτυχαν κάτι ήταν να ξεκινήσουν δημόσιες καρίερες για τα ονόματα που κινήθηκαν σε αυτήν την πλατφόρμα.
Μια από τις πιο δημοφιλείς συζητήσεις αφορούσε και στην Τράπεζα της Ελλάδος, ως προς την εταιρική της μορφή της πολυμετοχικής Ανωνύμου Εταιρείας. Ξαφνικά, μια αλήθεια 80 ετών ερχόταν να σοκάρει το ελληνικό κοινό: η ΤτΕ είναι μια Α.Ε.! Μια «έρευνα» που αναλάμβανε να ρίξει φως στο σκοτάδι της υπόθεσης έκανε και στο «Κουτί της Πανδώρας» ο Κώστας Βαξεβάνης, με τίτλο: «Τράπεζα της Ελλάδος: Η σιωπή είναι χρυσός;».
Ο κύριος λόγος για τον οποίο ασχολούμαι με την συγκεκριμένη εκπομπή, είναι ότι ο Κ. Βαξεβάνης είναι ένας γνωστός και μάχιμος ερευνητικός δημοσιογράφος και ο οποίος, εξ'όσων μπορώ να κρίνω από την απόσταση του απλού αναγνώστη και μέχρις αποδείξεως του εναντίου, είναι εν γένει ειλικρινής· δεν θα έκανα τον κόπο να ασχοληθώ με αντίστοιχη «έρευνα» του Αλέξη Παπαχελά, ούτε με σχόλια του Μπάμπη Παπαδημητρίου, ή του Άρη Πορτοσάλτε.
[Σχόλιο 3/6/2020: Όταν έγραφα τις παραπάνω γραμμές το 2014, δεν θα μπορούσα να προβλέψω την κατοπινή διαγωγή του κου Βαξεβάνη μέσω του Documento και της κομματικής του εξάρτησης από τον ΣΥΡΙΖΑ, αν και είχα τις επιφυλάξεις μου όπως μαρτυρεί η μακρόσυρτη «απόσειση ευθύνης» («εξ'όσων μπορώ να κρίνω από την απόσταση του απλού αναγνώστη και μέχρις αποδείξεως του εναντίου»). Mea culpa ως προς αυτό, αλλά το υπόλοιπο κείμενο στέκει ως έχει.]
Παρά την φήμη του όμως, και την αναμφισβήτητη ποιότητα της δουλειάς του, παραμένει δημοσιογράφος: το ρεπορτάζ πρέπει να βγει στις προθεσμίες του και η σοβαρή ιστορική ανάλυση είναι υπερβολικά χρονοβόρα.
Ο δεύτερος λόγος είναι ότι στο εν λόγω επεισόδιο φιλοξενούνται, μαζί με τις «αναλύσεις» τους, και οι νέοι αστέρες που ανέδειξε η κρίση. Έτσι η εκπομπή αποτελεί μια συμπύκνωση της αντισυστημικής αρθρογραφίας που ανέδειξε η κρίση, διευκολύνοντας κατά πολύ την κριτική της.
Δεν θα κάνω ανάλυση καρέ-καρέ της εκπομπής, αλλά θα σχολιάσω κάποιους από τους βασικούς ισχυρισμούς που γίνονται για να στηρίξουν ότι «κάτι σάπιο υπάρχει στο βασίλειο της Δανιμαρκίας». Αν κάτι τέτοιο όντως υπάρχει, οι εν λόγω «αναλύσεις» μάλλον το αποκρύπτουν με τον αντιπερισπασμό που δημιουργούν, παρά το αναδεικνύουν.
Η ίδρυση
Αφού λοιπόν η εισαγωγή της ταινίας ξεκινά από τα δάνεια του 1824-25, και αφού τα συνδέει – άγνωστο πώς – με τα «Πατσιφικά» (ή «Παρκερικά») του 1850, μεταπηδά στον Οικονομικό Έλεγχο του 1898 και μετά στην Μικρασιατική Εκστρατεία:
Το 1918 η Ελλάδα ετοιμαζόταν ήδη για την εκστρατεία στην Μ. Ασία και αναζητούσε πόρους. Η κυβέρνηση αποφάσισε να δώσει εντολή στην Εθνική Τράπεζα να τυπώσει χρήμα χωρίς όμως αντίκρυσμα σε χρυσό. Έτσι οι ξένοι δανειστές και επόπτες αποφάσισαν να αναγκάσουν την Ελλάδα να δημιουργήσει την Τράπεζα της Ελλάδος.
Κώστας Βαξεβάνης (3:39"-3:58")
Κατ' αρχάς, η Ελλάδα ήδη από το 1885 τελούσε σε καθεστώς αναγκαστικής κυκλοφορίας, δηλαδή η κυβέρνηση είχε απαλλάξει την ΕΤΕ από την υποχρέωση να καλύπτει το τραπεζογραμμάτιό της με χρυσό απόθεμα (όπως επίσης και την Ionian και την Προνομιούχο Τράπεζα Ηπειροθεσσαλίας). Ο λόγος ήταν η σύναψη δανείων από την ΕΤΕ. Αυτή η αναγκαστική κυκλοφορία ουσιαστικώς δεν έληξε ποτέ, οπότε το χαρτονόμισμα της Εθνικής ήταν ούτως ή άλλως ακάλυπτο το 1918.
Δεύτερον, η συζήτηση για την ίδρυση της ΤτΕ ξεκίνησε μόνον το 1927, επ' αφορμή του προσφυγικού δανείου που ζητούσε η ελληνική κυβέρνηση από την Κοινωνία των Εθνών. Το 1918 ουδεμία τέτοια σκέψη υπήρχε.
Δύο τέτοια λάθη στο πρώτο πεντάλεπτο δεν είναι διόλου άσχημα για αρχή...
Λέει στην συνέχεια ο Δημήτρης Καζάκης:
[Οι Άγγλοι] εξανάγκασαν την Ελλάδα, και δη την τράπεζα της Ελλάδος, που έπαιρνε το εκδοτικό δικαίωμα, δηλαδή το δικαίωμα να εκδίδει το εθνικό νόμισμα, να το παραχωρήσει αυτό στην Τράπεζα της Αγγλίας. Κι έτσι το εθνικό νόμισμα εκδιδόταν από την Τράπεζα της Αγγλίας και όχι από την Τράπεζα της Ελλάδος.
Δημήτρης Καζάκης (6:28"-6:50")
Πραγματικά δεν ξέρω τι ακριβώς εννοεί αυτή η φράση και ηθελημένα μάλλον ο «αναλυτής» την αφήνει ασαφή. Μήπως εννοεί ότι τα ελληνικά χαρτονομίσματα τυπώνονταν στην Αγγλία (από την Bradbury Wilkinson); Ίσως, αλλά δεν είναι το ίδιο. Άλλωστε, μετά τον Καποδίστρια τα πρώτα ελληνικά χαρτονομίσματα τυπώθηκαν επί ελληνικού εδάφους μόλις το 1954, αν εξαιρέσουμε τα ιδιωτικά τυπογραφεία που τύπωναν τα πληθωρικά χαρτονομίσματα επί γερμανικής Κατοχής.
Η ταυτότητα των μετόχων και το χρηματιστήριο
Και συνεχίζει την «ιστορική» ανάλυση ο Δ. Καζάκης:
Ένα μεγάλο πακέτο των μετοχών της Τραπέζης της Ελλάδος πέρασε σε μεγάλους χρηματιστές της εποχής: τον oίκο Rothschild, τον oίκο Hambro, τον oίκο του JP Morgan. Αυτό το γνωρίζουμε από την ιστορία, έχει καταγραφεί.
Δημήτρης Καζάκης (6:55"-6:07")
Έχοντας επιθεωρήσει πάνω από 70.000 μετοχές της ΤτΕ (από τις 80.000 της δημόσιας εγγραφής) για τους σκοπούς συγγραφής του βιβλίου «Το χρήμα στην Ελλάδα» έχω να σχολιάσω τα εξής:
- Τα μεγαλύτερα πακέτα μετοχών αγοράσθηκαν από ιδρύματα του Δημοσίου τομέα (οργανισμούς, πανεπιστήμια, ασφαλιστικά ταμεία).
- Οι Rothschild φάνηκαν παγερά αδιάφοροι στο να αποκτήσουν μετοχές: αγόρασαν όσες μετοχές είχαν δικαίωμα να αγοράσουν σε προνομιακή τιμή ως μέτοχοι της ΕΤΕ (στην οποία επίσης είχαν επενδύσει πολύ χλιαρά όταν ιδρύθηκε). Πιο πολλές αγόρασε ο Εμμ. Τσουδερός παρά ο Παρισινός κλάδος της οικογενείας. Ο δε Βιεννέζικος κλάδος αγόρασε μόλις 4! Άλλωστε η Ελλάδα τελούσε στην σφαίρα επιρροής των Hambro.
- Τα δύο τρίτα των μετοχών αγόρασαν μεσοαστοί για τους ίδιους και για τα προστατευόμενα μέλη της οικογενείας τους. Οι καρτέλες μετόχων της δημόσιας εγγραφής θυμίζουν περισσότερο οικογενειακές συνεστιάσεις, παρά τραπεζικό καρτέλ.
- Οι Hambro όντως είχαν συμφέροντα, αλλά δεν τα στήριξαν αγοράζοντας μετοχές. Η συμμετοχή τους είναι έμμεση και μάλλον ισχνή, μέσω της Hellenic & General Trust Co., την οποία είχαν ιδρύσει μαζί με την ΕΤΕ.
Και οι «αποκαλύψεις» συνεχίζονται:
Προσωπικώς γνώριζα ότι κάτι παράξενο συμβαίνει με αυτόν τον οργανισμό λόγω του ότι ήδη η μετοχή της συναλλάσσετο στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών και μου φάνηκε παράξενο πώς είναι δυνατόν η μετοχή ενός κρατικού φορέα, της κεντρικής τράπεζας μιας χώρας, να συναλλάσσεται μέσα σε ένα χρηματιστήριο.
Σπύρος Λαβδιώτης (10:25"-10:52")
Η ΤτΕ είναι εισηγμένη στο χρηματιστήριο Αθηνών το οποίο είναι παράδοξο. Δεν υπάρχουν κεντρικές τράπεζες στην Ευρώπη εισηγμένες [σε] χρηματιστήριο αξιών. Σε οργανωμένη αγορά είναι εισηγμένες εμπορικές εταιρείες με σκοπό το κέρδος και να αποδώσουνε κέρδη στους μετόχους
Γιάννης Παπαδογιάννης (16:24"-16:40")
Ως γνωστόν, μια τράπεζα η οποία είναι εισηγμένη σε ένα χρηματιστήριο μπορεί να υποστεί, μπορεί να υποστεί και μια πολύ μεγάλη άνοδο, μπορεί να γίνει φούσκα [...] [Τ]ι εξυπηρετεί το να είναι εισηγμένο το ίδρυμα αυτό στο χρηματιστήριο και να μπορεί να γίνει αντικείμενο κερδοσκοπίας [...] Γιατί να μην είναι μια κρατική τράπεζα;
Πάνος Παναγιώτου (20:26"-20:53")
Πρώτον, εισηγμένες στο χρηματιστήριο είναι οι μετοχές των κεντρικών τραπεζών του Βελγίου, της Ιαπωνίας, της Ελβετίας και της Ν. Αφρικής,1 κάτι για το οποίο μόνον ο «συστημικός» Παναγιώτης Γεννηματάς βάζει κάπως τα πράγματα στην θέση τους.
Δεύτερον, η εκπομπή αναλώνεται με το θέμα της ταυτότητας, εθνικότητας, ή της ηθικής των μετόχων, αγνοώντας ότι ποτέ η Γενική Συνέλευση των μετόχων ποτέ δεν έπαιξε κυρίαρχο ρόλο στις αποφάσεις της. Αν εξετασθούν ιστορικά, αυτές οι αποφάσεις ήταν κυρίως προϊόν της πολιτικής εξουσίας και της Διοίκησης της Τράπεζας και όχι της ΓΣ των μετόχων.
Η εμμονή με τον χρυσό
Τα αποθέματα χρυσού μιας χώρας αντιπροσωπεύουν τον πλούτο και πολλές φορές την ασφάλειάς της από κρίσεις. Ο χρυσός [...] επί πέντε χιλιάδες χρόνια χρησιμοποιείται ως συναλλακτικό μέσο.
Κώστας Βαξεβάνης (25:40"-25:55")
Για ποιο λόγο πουλάμε χρυσό; Είναι ένα απόθεμα το οποίο είναι άκρως απαραίτητο για την σταθερότητα μιας χώρας.
Πάνος Παναγιώτου (41:39"-41:47")
Όποιος πιστεύει ότι ο ρόλος του χρυσού δεν είναι σημαντικός για ένα κράτος δεν έχει ιδέα τι λέει [...] είναι επικίνδυνος [...] Ο χρυσός είναι το νούμερο ένα νόμισμα[...]
Πάνος Παναγιώτου (43:44"-44:02")
Η εκπομπή φαίνεται να συναρπάζεται με τον χρυσό, τουλάχιστον όσο και οι οικονομολόγοι της Αυστριακής σχολής. Αφιερώνει σημαντικό χρόνο στο ζήτημα της κυριότητας, φύλαξης και ενδεχόμενης υποθήκευσης του χρυσού του ελληνικού κράτους, σαν ίσχυε ακόμη το μεταλλικό σύστημα του 19ου αιώνα ή σαν να ήταν σε ισχύ το σύστημα του Μπρέτον Γουντς. Οι «αναλυτές» δεν έχουν κατανοήσει ότι ο χρυσός πλέον έχει αποχρηματισθεί. Δεν είναι νόμισμα, αλλά εμπόρευμα. Μετράται σε ουγγιές και αποτιμάται σε δολάρια, ακριβώς όπως ο λευκόχρυσος, το ρόδιο και άλλα μέταλλα· όπως το πετρέλαιο και κάθε άλλο εμπόρευμα.
Μάλιστα κατά την εκπομπή πλέκεται ακόμη μια συνωμοσία σχετικά με τον χρυσό που είχε διασωθεί από τους Γερμανούς κατά την εισβολή των γερμανικών στρατευμάτων το 1941:
Πρώτον, δεν γνωρίζουμε αν είναι αυτό το απόθεμα χρυσού [147 τόνοι]. Γιατί; Ο νομισματικός χρυσός που ο Υποδιοικητής της ΤτΕ την Άνοιξη του '41 πήρε για την Μ. Ανατολή, υπολογίστηκε από τον Ξ. Ζολώτα, ο οποίος ήταν ο πρώτος Διοικητής της ΤτΕ μετά την απελευθέρωση, σε 600 τόνους. Πού είναι αυτός ο χρυσός;
Θεωρητικά, μετά την μεταρρύθμιση Μαρκεζίνη ο νομισματικός χρυσός της Ελλάδας πρέπει να αυξάνει [...] γιατί κατά κύριο λόγο όσοι είχαν αποθεματικά σε χρυσές λίρες τα αντάλλαζαν στην ΤτΕ [...] κυρίως με δραχμή [...] Αυτό αύξανε τον νομισματικό χρυσό της Ελλάδας. Το ερώτημα είναι τι έγιναν οι εξακόσιοι τόνοι. Γιατί [...] φτάσαμε τους 147, που λένε ότι είναι σήμερα
Δημήτρης Καζάκης (37:28"-38:32")
- Πρώτον, σύμφωνα με την αναφορά του Κυριάκου Βαρβαρέσου,2 μετά τον καθαρισμό στην Ν. Αφρική ο ελληνικός χρυσός ζύγιζε 608.350,790 ουγγιές, δηλαδή κάτι περισσότερο από 18,9 τόνους).3 Δεν γνωρίζω ποιος είναι αυτός ο υπολογισμός του Ζολώτα στον οποίο αναφέρεται ο Δ. Καζάκης, αλλά αν αλλάξουμε τις ουγγιές σε κιλά και τον Βαρβαρέσο σε Ζολώτα τότε... ναι, μπορούμε να καταλάβουμε πώς προέκυψε αυτή ποσότητα.
- Ο Ζολώτας αμέσως μετά την λήξη της γερμανικής κατοχής ήταν Συνδιοικητής της ΤτΕ, σε μια θέση που θεσμοθετήθηκε ειδικώς για εκείνον από την εξόριστη κυβέρνηση. Διοικητής παρέμενε ο Κυριάκος Βαρβαρέσος, αν και από το Λονδίνο λόγω των κακών του σχέσεων με το ελληνικό πολιτικό και οικονομικό κατεστημένο.
- Κατά τον έντονο πληθωρισμό που κληροδοτήθηκε από την γερμανική κατοχή, οι ελληνικές κυβερνήσεις, ίσως εθισμένες στις κατοχικές τακτικές του Neubacher, συχνά κατέφευγαν σε πωλήσεις χρυσού για να σταθεροποιούν την δραχμή. Π.χ. 250 χιλιάδες χρυσές λίρες πωλήθηκαν τον Οκτώβριο του 1944 σε μια αποτυχημένη τέτοια προσπάθεια να στηριχθεί η δραχμή στην ελληνική χρηματαγορά και άλλες 44 χιλιάδες τον Νοέμβριο.4 Οι αγοραπωλήσίες χρυσού ήταν μια συνήθης λειτουργία της ΤτΕ και συχνά οι πωλήσεις υπερέβαιναν τις αγορές. Από τον Φεβρουάριο του 1946 μέχρι τον Μάρτιο του 1947 οι καθαρές πωλήσεις χρυσού έφτασαν τις 2.591.000 λίρες.5 Λαμβάνοντας υπόψη ότι η χρυσή λίρα (gold sovereign) περιείχε 0.23542 ουγγιές χρυσού, από τον χρυσό που φυγαδεύθηκε θα μπορούσαν να κοπούν 2.584.108 χρυσές λίρες. Με άλλα λόγια, μέχρι τον Μάρτιο του 1947 οι πωλήσεις χρυσού αρκούσαν για να εξαντλήσουν τα αποθέματα χρυσού της ΤτΕ που τόσο κινηματογραφικά είχαν διασωθεί.
- Αυτή η χρυσοφιλία επέμεινε ακόμη και μετά την μεταρρύθμιση Μαρκεζίνη και όταν το ελληνικό κοινό πανικοβαλλόταν συχνά προέβαινε σε μαζικές αγορές χρυσού. Παραδείγματα αποτελούν η εκλογική νίκη της Ένωσης Κέντρου το 1963, οι τουρκικοί βομβαρδισμοί στην Τηλλυρία της Κύπρου το 1964 και η πολιτική αβεβαιότητα της διετίας 1964-1965. Κατά την ταραχώδη τριετία 1963-65 οι καθαρές πωλήσεις χρυσών λιρών από την ΤτΕ ανήλθαν στις 11.196.600.6
Το εκδοτικό προνόμιο
Γιατί αυτοί οι αντισυστημικοί αναλυτές είναι τελικά αποπροσανατολιστικοί στην συζήτηση; Ας πάρουμε για παράδειγμα τις ανησυχίες των Π. Παναγιώτου και Ν. Μαριά:
[Τ]ο ενδιαφέρον είναι ότι [η ΤτΕ] ξεκίνησε ως μια τράπεζα που είχε το αποκλειστικό δικαίωμα παραγωγής χρήματος
Πάνος Παναγιώτου (11:56"-12:05")
Προσέξτε την αντίφαση: η άσκηση δημόσιας πολιτικής, δηλαδή η άσκηση της νομισματικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το εκδοτικό δικαίωμα να κόβεις νόμισμα, που είναι το ευρώ, που ανήκει στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αλλά ελέγχεται και από το Σύστημα των Ευρωπαϊκών [Κεντρικών] Τραπεζών, όλα είναι [...] μια άσκηση δημόσιας λειτουργίας. Πώς σ'αυτό το σύστημα μπορεί να συμμετέχει μια ιδιωτική τράπεζα;
Νότης Μαριάς (13:29"-13:59")
Η βασική παραδοχή των παραπάνω αναλυτών, ότι η ΤτΕ (ή η ΕΚΤ) «παράγει χρήμα» και «κόβει νόμισμα» αποκρύπτει τον ρόλο των εμπορικών τραπεζών στην ίδια ακριβώς λειτουργία. Ένα καταναλωτικό ή επιχειρηματικό δάνειο από μια εμπορική τράπεζα μετατρέπεται αυτομάτως σε μια κατάθεση του δανειολήπτη, το περιεχόμενο της οποίας προσμετράται στους νομισματικούς δείκτες Μ1 ή Μ3 ανάλογα με τον τύπο της κατάθεσης. Παρομοίως, η χρήση μιας πιστωτικής κάρτας δημιουργεί μια πίστωση στον τραπεζικό λογαριασμό του εκάστοτε εμπόρου, από χρέος που δημιούργησε εκείνη την στιγμή ο καταναλωτής. Τα τραπεζικά ομόλογα που εκδίδουν οι εμπορικές τράπεζες και αγοράζουν οι ιδιώτες προσμετρώνται στο Μ3 (από το 1995), κ.ο.κ.
Η παραμέληση αυτού του μηχανισμού, και η επικέντρωση στον ιδιωτικό χαρακτήρα της ΤτΕ, δεν κάνει άλλο από το να αφήνει στο απυρόβλητο τον κύριο δημιουργό χρήματος στις σύγχρονες οικονομίες, δηλαδή τις τράπεζες.
Άλλωστε, ανώνυμη εταιρεία ήταν η ΤτΕ (και παλαιότερα η ΕΤΕ) όταν ο Βενιζέλος, ο Μεταξάς ή ο Παπάγος αποκεφάλιζαν Κεντρικούς Τραπεζίτες κατά το δοκούν (Ευταξία, Διομήδη, Τσουδερό, Μαντζαβίνο). Ανώνυμη εταιρεία ήταν και όταν μπήκε κάτω από τον έλεγχο της Νομισματικής Επιτροπής (1946-1982), μιας επιτροπής υπό την προεδρία και άμεσο έλεγχο του Υπουργού Συντονισμού. Η εταιρική της μορφή, αν και σαφές χαρακτηριστικό της άποψης ότι η έκδοση χρήματος δεν πρέπει να ανήκει στο κράτος, τελικά μικρό ρόλο έπαιξε στην ελληνική πραγματικότητα. Ανάλυση της ιστορικής της πορείας αναδεικνύει ότι η ΤτΕ τελούσε υπό στενό κρατικό έλεγχο και ότι ελάχιστα, έως και καθόλου, δεν αποφάσιζε μέσω της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων της για μείζονα ζητήματα. Ό,τι έλεγχο είχαν εξασφαλίσει ξένα και ιδιωτικά συμφέροντα, τον είχαν εξασφαλίσει με άλλους μηχανισμούς (π.χ. με πολιτική επιρροή μέσω εθνικών δανείων) και όχι μέσω των ψήφων τους στις ΓΣ.
Συνοψίζοντας
Η εν λόγω εκπομπή ανέλαβε να θίξει ένα μείζον ζήτημα που σχετίζεται με την λειτουργία του νομισματικού και τραπεζικού συστήματος. Ανέδειξε ζητήματα που αφορούσαν στα swaps της κυβέρνησης Σημίτη και στην αδιαφανή και ανεξέλεγκτη λειτουργία της ΕΚΤ. Έκανε υπαινιγμούς για την διαπλοκή των διοικούντων την ΤτΕ με τις εμπορικές τράπεζες που καλούνται να ελέγξουν – αν και χωρίς να κατονομάζει συγκεκριμένα παραδείγματα. Αναμφίβολα έθιξε πολύ κρίσιμα ζητήματα.
Από την άλλη όμως, στηριζόμενη σε «αναλύσεις» δημοσιογράφων και χρηματιστηριακών αναλυτών – επαγγελματιών με ιστορική μνήμη χρυσόψαρου – υπέπεσε σε κρίσιμα σφάλματα. Κινούμενη με καύσιμο το δημοσιογραφικό «λαυράκι», βασιζόμενη σε ανιστόρητες «αναλύσεις», και περιοριζόμενη αποκλειστικά σε πηγές διαθέσιμες στο διαδίκτυο – π.χ. την έκδοση Θ' του καταστατικού της ΤτΕ – διατύπωσε ισχυρισμούς που καταρρέουν όταν εξετασθούν πιο εξονυχιστικά βάσει αρχειακών πηγών.
Το αποτέλεσμα; Πιο ισορροπημένοι στις απόψεις τους παρουσιάζονται οι «συστημικοί» Χάρης Παπαμάργαρης και Παναγιώτης Γεννηματάς, οπότε μαζί με τα ξερά καίγονται και τα χλωρά: μετά από μερικές τέτοιες εκπομπές, οποιοδήποτε μελλοντικό αίτημα για νομισματικές και τραπεζικές μεταρρυθμίσεις μπορεί ευκόλως να αποδοθεί σε άσχετους συνωμοσιολόγους που βλέπουν παντού σκιές και που ούτε καν γνωρίζουν βασικά ιστορικά γεγονότα. Ακόμη και όταν διατυπωθούν βάσιμες αμφιβολίες και τεκμηριωμένη κριτική, αυτές έχουν πλέον κερδίσει την μόνιμη ρετσινιά της... ουφολογίας.
Και πάλι όμως, προσωπική μου εκτίμηση είναι ότι το συνολικό ισοζύγιο από την εν λόγω εκπομπή ήταν θετικό, απλώς και μόνον λόγω των θεμάτων που έθιξε. Θα μπορούσε βεβαίως να ήταν θετικότερο, αλλά αρκούμαι στο ότι ήταν ικανοποιητικό για εκπομπή που έγινε από δημοσιογράφο.
Παραπομπές
1 J. P. Koning, Central banks that trade on the stock market, 4/2/2013, http://jpkoning.blogspot.gr/2013/02/central-banks-that-trade-on-stock-market.html
2 Άλλες 191.601,865 ουγγιές φυλάσσονταν στην Federal Reserve (Δακτυλογραφημένο σημείωμα Κ. Βαρβαρέσου, Έκθεση Διοικητού ΤτΕ 1940, σελ 51).
3 Υποθέτουμε ουγγιές troy (1 toz = 31,10 g).
4 (α) Athanassios Lykogiannis, Britain and the Greek economic crisis 1944-1947: from liberation to the Truman doctrine, University of Missouri Press, Columbia 2002, σελ. 88. (β) Michael Palairet, The four ends of Greek hyperinflation of 1941-1946, Museum Tusculanum Press, Copenhagen 2000, σελ. 58-59 και 65-68
5 Τα πρώτα πενήντα χρόνια της Τραπέζης της Ελλάδος, 1928-1978, ΤτΕ, Αθήνα 1978, σελ. 295.
6 Τα πρώτα πενήντα χρόνια, σελ. 579-583.
Add new comment