-Μπαμπά! Τι είναι χρήμα;
-Τι είναι χρήμα Πωλ; Χρήμα;
-Ναι, τι είναι χρήμα;
-Χρυσός, και ασήμι, και χαλκός. Γκινέες, σελίνια, μισόπεννες. Αυτά ξέρεις τι είναι;
-Ω, ναι, ξέρω τι είναι. Δεν εννοώ αυτό μπαμπά. Εννοώ, τι είναι χρήμα εν τέλει;
Ο μικρός Paul Dombey, Dombey και Υιός, του Charles Dickens (1848)
Οι χάρτινοι Φοίνικες του Καποδίστρια
Η έλλειψη αργύρου στο εσωτερικό της επαναστατημένης Ελλάδας, οι σχετικά μικρές δωρεές σε μεταλλικό χρήμα από το εξωτερικό, καθώς και η μη σύναψη μεταλλικού δανείου από τις μεγάλες δυνάμεις οδήγησαν στην αναζήτηση νέων μέτρων για την εξεύρεση χρηματικών πόρων. Καθώς η ΕΧΤ και τα εκδοθέντα γραμμάτια του 1829 απαιτούσαν καταβολή τόκων σε μεταλλικό χρήμα για να συνεχίσουν να «λειτουργούν», ήταν προφανές ότι κάποιο νέο μέτρο έπρεπε να βρεθεί που δεν θα απαιτούσε μεταλλικά αποθέματα για την υλοποίησή του.
Εκτύπωση ατόκου χαρτονομίσματος
Η λύση που προκρίθηκε ήταν «τὸ εἰς ἄλλα ἔθνη παραδεδεγμένον χαρτονόμισμα». Με το ψήφισμα ΚΖ' της 17/6/1831 αποφασιζόταν η έκδοση 3 εκ. χάρτινων φοινίκων, που θα τύπωνε η ΕΧΤ για λογαριασμό της κυβέρνησης. Η τελευταία θα χρησιμοποιούσε τους χάρτινους φοίνικες για πληρωμές προς τους πολίτες για το 1/3 της εκάστοτε οφειλής, με τα υπόλοιπα 2/3 να εξοφλούνται σε μεταλλικό. Στην ίδια αναλογία θα μπορούσαν να χρησιμοποιούν και οι πολίτες τα χαρτονομίσματα για πληρωμές προς το κράτος, αλλά μόνον για οφειλές που θα προέκυπταν μετά την κυκλοφορία τους. Τα παλαιότερα χρέη θα έπρεπε να πληρώνονται σε μεταλλικό. Τέλος, στην ίδια αναλογία θα μπορούσαν να χρησιμοποιούνται οι χάρτινοι φοίνικες και για τις αγορές εκποιούμενων εθνικών κτημάτων, ενώ δινόταν και η υπόσχεση ότι εξαργύρωσής τους «ἅμα τὸ ἐθνικὸν Ταμεῖον εὐρεθῇ εἰς χρηματικὴν κατάστασιν καλητέραν τῆς παρούσης».1
Δύο εβδομάδες αργότερα ο Καποδίστριας έθεσε σε εφαρμογή τον «Οργανισμό των Χαρτονομισμάτων», οι ρυθμίσεις του οποίου προέβλεπαν τον τρόπο εκτύπωσης και επικύρωσης των χαρτονομισμάτων, καθώς και τη μορφή και τον αριθμό τους. Τα χαρτονομίσματα των 5 φοινίκων θα έφταναν τα 150.000 κομμάτια και των 10 φοινίκων τα 75.000. Το χρώμα και των δύο αξιών θα ήταν κόκκινο. Τα χαρτονομίσματα των 50 φοινίκων θα τυπώνονταν σε 20.000 κομμάτια και των 100 φοινίκων σε 5.000. Χρώμα και των δύο οριζόταν το κυανό. Το συνολικό ποσό που θα τυπωνόταν ήταν 3 εκ. Φοίνικες.2
Είναι αξιοσημείωτο ότι αν και τα χαρτονομίσματα θα τυπώνονταν από την ΕΧΤ, αυτό γινόταν κατ' εντολή και για λογαριασμό του κράτους, στο οποίο αμέσως θα παραδίδονταν χωρίς τόκο. Δηλαδή τα χαρτονομίσματα δεν αποτελούσαν δάνειο προς το κράτος, όπως συνέβαινε με τα τραπεζογραμμάτια άλλων τραπεζών της εποχής, αλλά χρήμα που εξέδιδε ουσιαστικά το ίδιο το κράτος. Είναι εκπληκτικό το πόσο πλησίασε ο Καποδίστριας σε μια νομισματική αναγέννηση μέσω έκδοσης ατόκου κρατικού χρήματος· όμως δεν έφτασε στο στάδιο αυτό. Αν και εισήγαγε χαρτονόμισμα το άφησε χωρίς de jure αξία, καθώς ο νόμος που το στήριζε ήταν γεμάτος αναποφασιστικότητα.
Κατ' αρχάς, παρότι το χαρτονόμισμα γινόταν δεκτό σε πληρωμές προς τα κρατικά ταμεία, αυτό συνέβαινε μόνο στο 1/3 των οφειλών, και μόνον για καινούργιες οφειλές. Δηλαδή η ίδια η Αρχή έκδοσης του χαρονομίσματος έδειχνε ότι το θεωρούσε υποδεέστερο χρήμα ως προς το μεταλλικό. Μόνο λίγο αργότερα (10/10/1831) η επί της Οικονομίας Επιτροπή απαίτησε οι έμποροι να πληρώνουν τα τελωνειακά δικαιώματα τουλάχιστον κατά τα 2/3 σε χαρτονομίσματα, και πάλι όμως παραμένοντας δύσπιστη απέναντι στο ίδιο της το χαρτονόμισμα.3 Επιπλέον, πουθενά στον νόμο δεν υπήρχε διάταξη που να το καθιστά νόμιμο χρήμα (legal tender) στις συναλλαγές μεταξύ πολιτών. Τέλος, η ασαφής υπόσχεση της ενδεχόμενης μελλοντικής εξαργύρωσής του, ή της ανταλλαγής του με εθνικά κτήματα, το άφηνε χωρίς εγγενή αξία· αντιθέτως το καθιστούσε ένα μάλλον εμπορευματικού τύπου νόμισμα συνδέοντας την αξία του σε κάποιο αγαθό.
Βεβαίως δεν θα πρέπει να είμαστε υπέρμετρα αυστηροί, καθώς σε μια εποχή χονδροειδούς μεταλλισμού, τέτοιες εκλεπτύνσεις δύσκολα ήταν ανεκτές, τόσο από τους θεωρητικούς και πρακτικούς της νομισματικής πολιτικής, όσο και από το κοινό που είχε εθιστεί στην ιδέα του μεταλλικού χρήματος. Επιπλέον, καθαρά για λόγους εξουσίας, τα πιο πρόσφατα αντίστοιχα συστήματα, δηλαδή τα χαρτονομίσματα των Βρετανικών αποικιών της Αμερικής είχαν υποστεί τις ανηλεείς επιθέσεις της Βρετανικής αυτοκρατορίας. Τα μεν Colonial scrips4 με τους νόμους του 1751 και 1764, τα δε Continentals5 με μαζική πλαστογραφία κατά την Αμερικανική επανάσταση. Η φήμη τους είχε σπιλωθεί τόσο που μόνον μερικά χρόνια μετά τον Καποδίστρια (το 1836) θα ξαναχρησιμοποιούσε ένα τέτοιο σύστημα ο Andrew Jackson για να ξεπληρώσει (για πρώτη και τελευταία φορά) το χρέος των ΗΠΑ, και μερικές δεκαετίες αργότερα με τα παρόμοια Greenbacks θα κέρδιζε τον εμφύλιο ο Abraham Lincoln.
Επιπλέον, θα πρέπει να αναγνωρίσουμε και ένα δεύτερο ελαφρυντικό, ότι δηλαδή η κρατική εξουσία που είχε ο Καποδίστριας στα χέρια του δεν ήταν τόσο εδραιωμένη που να μπορούσε άνετα να επιβάλλει την αποδοχή των χαρτονομισμάτων ως μοναδικό και νόμιμο χρήμα. Πράγματι, μετά την υπαναχώρηση του Λεοπόλδου από τον ελληνικό θρόνο τον Ιούνιο του 1830, η αντιπολίτευση άρχισε να βάλλει με ανανεωμένη ισχύ εναντίον του Καποδίστρια, υποβοηθούμενη από τους Βρετανούς. Οι αναταραχές που ακολούθησαν κλιμακώθηκαν σε έναν ακόμη εμφύλιο πόλεμο. Είναι ίσως ενδεικτικό ότι ο ήρωας της Επανάστασης Ανδρέας Μιαούλης, θα αψηφούσε εμπράκτως την εξουσία του Κυβερνήτη κατά την ανταρσία της Ύδρας, ανατινάζοντας την φρεγάτα «Ελλάς» (1/8/1831) που τόσο ακριβά είχε αγορασθεί από τις ΗΠΑ.
Επιστέγασμα αυτού του εμφυλίου πολέμου θα ήταν ο θάνατος του ίδιου του Καποδίστρια. Στις 27/9(9/10)/1831, ο Καποδίστριας δολοφονήθηκε από τους αδερφούς Μαυρομιχάλη και τον διαδέχθηκε η τριανδρία του αδερφού του Αυγουστίνου με τους Θ. Κολοκοτρώνη και Ι. Κωλέττη, η οποία όμως σύντομα διαλύθηκε. Στις 5/12/1831 η Ε' Εθνοσυνέλευση στο Άργος ανακήρυξε τον Αυγουστίνο Καποδίστρια «Πρόεδρο της Ελληνικής Κυβερνήσεως», μέχρι την ψήφιση του Συντάγματος. Οι αντιπολιτευόμενοι, που αυτοαποκαλούνταν «συνταγματικοί», αμφισβήτησαν τη νομιμότητά της.
Η δολοφονία του Καποδίστρια ήρθε τρείς μήνες μετά την αναγγελία της έκδοσης χαρτονομίσματος, και ως εκ τούτου η έκδοση αυτή δεν έμελλε να εφαρμοσθεί στην ολότητά της. Στις 4/1/1832, η Ε' Εθνοσυνέλευση στο Ναύπλιο, «παρατηρήσασα, ὄτι ἡ τιμὴ τῶν χαρτονομισμάτων τούτων δὲν ἐπέτυχεν τὴν κοινὼν ὑπόληψιν, διότι τὸ μνημονευθὲν ψήφισμα [3851 ΚΖ'] δὲν προσδιορίζει εἰδικὴν ἐγγύησιν, μήτε τὴν ἐποχήν τὴς ἐξαργυρώσεώς των», τροποποίησε το εν λόγω ψήφισμα, (α) μειώνοντας το συνολικό προς έκδοση ποσόν στο 1 εκ. Φοίνικες, (β) κάνοντας τα χαρτονομίσματα δεκτά χωρίς περιορισμό σε κάθε πληρωμή προς και από τα κρατικά ταμεία, αλλά και μεταξύ πολιτών «ὡς μεταλλικὰ νομίσματα», και (γ) καθορίζοντας τον τρόπο εξαργύρωσής τους με δημοπράτηση κρατικών κτημάτων, με κτήματα αξίας μέχρι 15.000 Φοινίκων. Επιπλέον, οριζόταν ότι η κυκλοφορία των χαρτονομισμάτων θα έπαυε ένα έτος μετά την έκδοση του ψηφίσματος, οπότε και όλα τα χαρτονομίσματα θα καιγόντουσαν δημοσίως. Όμως κάθε εκποίηση οριζόταν ότι θα έπαυε σε περίπτωση λήψεως εξωτερικού δανείου, οπότε και τα χαρτονομίσματα θα εξαργυρώνονταν σε μεταλλικό.6
Λίγες μέρες μετά (27/1/1832), νέο ψήφισμα μείωσε τον συνολικό αριθμό των χαρτονομισμάτων σε 500.000 Φοίνικες. Επιπλέον, το ψήφισμα απαγόρευε την χρήση τους σε συναλλαγές μεταξύ πολιτών, και περιόριζε εκ νέου στο 1/3 τις πληρωμές προς και από τα κρατικά ταμεία με χαρτονομίσματα (με εξαίρεση τις εκποιήσεις κτημάτων).7
Αξία χαρτονομίσματος | Ποσότητα σύμφωνα με «Οργανισμό» | Αξία σύμφωνα με «Οργανισμό» | Τελικώς τυπωθείσα ποσότητα | Τελικώς τυπωθείσα αξία |
---|---|---|---|---|
5 | 150.000 | 750.000 | 25.000 | 124.000 |
10 | 75.000 | 750.000 | 12.500 | 125.000 |
50 | 20.000 | 1.000.000 | 3.340 | 176.000 |
100 | 5.000 | 500.000 | 830 | 83.000 |
Σύνολο | 250.000 | 3.000.000 | 41.670 | 500.000 |
Η εισαγωγή των χάρτινων Φοινίκων πέρασε δηλαδή από τρία στάδια ως προς την συνολική τους έκδοση, τον τοκισμό, την αποδοχή τους σε πληρωμές και την εξαργυρωσιμότητά τους που συνοψίζονται στον παρακάτω πίνακα:
Στάδιο | Έκδοση | Τόκος | Αναγκαστική κυκλόφορία | Λήψη/πληρωμή στα κρατικά ταμεία | Συναλλαγές μεταξύ πολιτών | Εξαργύρωση | Διάρκεια κυκλοφορίας |
---|---|---|---|---|---|---|---|
«Οργανισμός» (3944) & 15454 | 3.000.000 | 'Οχι | 'Οχι | 1/3 (τελωνεία: 2/3) Αποδοχή μόνον για οφειλές κατοπινές της κυκλοφορίας | Απροσδιόριστο | Ενδεχομένως | Απροσδιόριστη |
Ψήφισμα Δ' | 1.000.000 | " | " | Απεριόριστη | Απεριόριστη | Σε κρατική γη (ή μεταλλικό σε περίπτωση εξωτ. δανείου) | 1 έτος |
Ψήφισμα Ζ' | 500.000 | " | " | 1/3 (πλην εκποιήσεων) | Όχι | " | " |
Κατ' αρχάς ουδέποτε προεβλέφθη τόκος για τα χαρτονομίσματα αυτά, ενώ σε κάθε περίπτωση ήταν επακριβώς γνωστή η συνολική τους έκδοση. Μόνον όμως με το ψήφισμα Δ' έγινε δυνατή (αλλά όχι υποχρεωτική) η απεριόριστη χρήση τους σε όλες τις πληρωμές. Στα δύο άλλα στάδια προβλεπόταν απλώς η αναμεμιγμένη χρήση τους με μεταλλικό χρήμα για δοσοληψίες με τα κρατικά ταμεία (κατά 1/3, ή κατά 2/3 για τα τελωνεία). Ουδέποτε ετέθησαν σε αναγκαστική κυκλοφορία εντός της επικρατείας, ουδέποτε δηλαδή απαγορεύθηκε η χρήση μεταλλικών νομισμάτων στις εσωτερικές συναλλαγές. Τέλος, σε όλες τις περιπτώσεις προβλεπόταν, σε διαφόρους βαθμούς βεβαιότητας η εξαργύρωσή τους. Δηλαδή δεν επιχειρήθηκε να αποκτήσουν αξία από την νομική τους υπόσταση, αλλά από την υπόσχεση εξαργύρωσής τους σε κάποια άλλη αξία (μεταλλική, ή σε γη).
Έτσι, σε διαφορετικούς βαθμούς και με διαφορετικούς τρόπους, οι ίδιοι οι νόμοι που θεσμοθετούσαν τα χαρτονομίσματα («Οργανισμός των Χαρτονομισμάτων», ψηφίσματα Δ' και Ζ'), ταυτοχρόνως τα υπέσκαπταν ως προς την αξία τους και την αποδοχή τους από το κοινό. Δυστυχώς, η ελλιπής κατανόηση του χρήματος έβαλε ανάχωμα σε ένα δυνητικά σπουδαίο νομισματικό πείραμα, καθώς σε κάθε περίπτωση οι χάρτινοι Φοίνικες δεν έγιναν χρήμα οι ίδιοι, αλλά παρέμειναν παραστατικά χρήματος. Μια χώρα με δραματική έλλειψη χρυσού και αργύρου επέμεινε να δέχεται τα μέταλλα αυτά ως μοναδικό «πραγματικό» χρήμα.
Τελικώς, αφενός οι παραπάνω αβλεψίες στην νομική και θεσμική θωράκιση των χαρτονομισμάτων, και αφετέρου οι εγγενείς αδυναμίες του κρατικού μηχανισμού όπως είχε μέχρι τότε στηθεί, οδήγησαν στην κατάρρευση του εγχειρήματος. Στις 25/4/1832 η Διοικητική Επιτροπή της Ελλάδος έπαυσε τις πληρωμές σε χάρτινους Φοίνικες και έπαυσε να τα δέχεται στα δημόσια ταμεία. Δηλαδή τα έθεσε εκτός κυκλοφορίας. Ανακοίνωσε δε ότι οι μόνοι γνήσιοι χάρτινοι φοίνικες είναι οι 41.670 που φέρουν αύξοντες αριθμούς από 8.001 έως 49.670.8
Ο συσχετισμός των χάρτινων φοινίκων με τα γαλλικά assignats
Το ενδεχόμενο εξαργύρωσής τους σε εθνικά κτήματα, έχει προσδώσει στους χάρτινους φοίνικες ομοιότητες με τα assignats της γαλλικής επανάστασης,9 με την διαφορά ότι στην περίπτωση εκείνη τα biens nationaux ήταν η κατασχεμένη ιδιοκτησία του κλήρου και των αριστροκρατών. Αυτό τους το χαρακτηριστικό προδιέγραψε την αντιμετώπισή τους από τους Έλληνες οικονομολόγους. Γράφει π.χ. ο Γιώργος Στασινόπουλος: «Η απόφαση της 4ης Ιανουαρίου του 1832, που συνέδεσε την αξία του τραπεζογραμματίου με τις εθνικές γαίες, θυμίζει έντονα το αντίστοιχο γαλλικό εγχείρημα των assignats και προδιέγραψε την κατάληξή του».10 Επίσης, ο Νίκος Κεράνης: «Οσο για τα πληθωριστικά assignats της ιστορίας μας, είχαν εκτυπωθεί σχεδόν 45 δισεκατομμύρια λίβρες (ή φράγκα) όταν τον Φεβρουάριο του 1796, εν μέσω λαϊκής οργής, τα μηχανήματα και οι μήτρες των χαρτονομισμάτων κάηκαν στην Πλας Βαντόμ. Και εν έτει 1797 έπαψαν να αποτελούν και επισήμως πλέον το νόμιμο χρήμα της Γαλλικής Δημοκρατίας...».11
Εδώ είναι το κατάλληλο σημείο για μια παρέκβαση από την διήγησή μας. Η επίθεση στο σύστημα των assignats είναι μια αρκετά παλιά υπόθεση και ανάγεται στα παρεπόμενα του Αμερικανικού εμφυλίου πολέμου. Την περίοδο εκείνη ήταν νωπό το παράδειγμα των Greenbacks, των χαρτονομισμάτων που τυπώθηκαν επί Προεδρίας Αβραάμ Λίνκολν και που βοήθησαν τους Βορείους να κερδίσουν τον αμερικανικό Εμφύλιο.12 Το τραπεζικό κατεστημένο είχε λοιπόν ανάγκη να πολεμήσει την ιδέα της έκδοσης χρήματος από το κράτος. Καθώς και το προηγούμενο παράδειγμα (των Continentals) ήταν επίσης επιτυχημένο, ο Andrew Dickson White, γόνος τραπεζικής οικογένειας, έπρεπε να βρει κάποιο επιχείρημα ώστε να πολεμήσει την ιδέα στις ΗΠΑ. Και την βρήκε ακριβώς στα γαλλικά assignats. Το 1876 δημοσίευσε ένα μικρό βιβλιαράκι με τίτλο Paper Money Inflation in France (Πληθωρισμός Χάρτινου Χρήματος στην Γαλλία),13 και στο οποίο κατηγόρησε το κρατικό χρήμα (fiat currency) και την κρατική ανευθυνότητα ως αίτια του υπερπληθωρισμού που ακολούθησε την Γαλλική Επανάσταση. Ένα χρόνο μετά (1877), ο Stephen Dillaye, μέλος του Greenback Party δημοσίευσε την απάντησή του Assignats and Mandats, A True History, Including an Examination of Dr. Andrew Dickson White's "Paper Money In France".14 Τι ήταν λοιπόν τα assignats και ποια ήταν η φύση της διαμάχης των White και Dillaye;
Με το ξέσπασμα της Επανάστασης οι ευγενείς της Γαλλίας τράπηκαν σε φυγή στο εξωτερικό, παίρνοντας μαζί τους και όσο χρυσό μπορούσαν να κουβαλήσουν. Καθώς – ιδίως μετά το γαλλικό διάταγμα του 1679 – ο χρυσός αποτελούσε χρήμα και όχι απλό εμπόρευμα, η επαναστατική κυβέρνηση βρέθηκε σε έντονη έλλειψη ρευστού. Μπροστά στην πιεστική αυτή ανάγκη, η Εθνοσυνέλευση αποφάσισε να κατάσχει τον πλούτο του Κλήρου και με διακήρυξη της 2/12/1789 ανακοίνωσε ότι όλα τα κτήματα του κλήρου (biens nationaux) ανήκαν στο Κράτος. Αναγνωρίζοντας όμως ότι δεν θα μπορούσε να τα πουλήσει άμεσα, αποφάσισε να τα τιτλοποιήσει σε assignats, δηλαδή σε τίτλους που θα αγόραζαν διάφοροι πολίτες (με πολύτιμα μέταλλα, ή με παροχή υπηρεσιών στο Κράτος) και που θα αντιστοιχούσαν σε συγκεκριμένη έκταση γης. Όταν κάθε έκταση αποδιδόταν στον νέο ιδιοκτήτη της τα assignats θα καιγόντουσαν. Επειδή όμως η ανάγκη ρευστού ήταν πιεστική και οι αγορές κτημάτων δεν θα προχωρούσαν παρά πολύ αργά, η Εθνοσυνέλευση αποφάσισε να εκχρηματίσει τα assignats που αφορούσαν σε κτήματα της εκκλησίας (17/12) και του βασιλιά (19/12).
Αρχικώς τα assignats απέδιδαν τόκο 5%, ενώ με το διάταγμα της 16/4/1790 ο τόκος έγινε 3% και τέθηκαν σε αναγκαστική κυκλοφορία. Το διάταγμα της 29/9/1790 εκμηδένισε τον τόκο τους και τα έκανε κανονικό χαρτονόμισμα, ξεκινώντας από την 16/10/1790. Τα assignats λοιπόν, δεν προχώρησαν τόσο μακριά όσο τα Colonial scrips, καθώς η αξία τους αντιστοιχούσε σε κάποιο αγαθό, της γης εν προκειμένω· δηλαδή δεν ήταν χρήμα καθαυτά, αλλά υπόσχεση ενός αγαθού. Όμως συνδέθηκαν με την αξία ενός αγαθού που είχε περιέλθει στα χέρια του κοινού και που δεν ήταν συγκεντρωμένο σε λίγα χέρια όπως ο χρυσός.
O White μας λέει ότι σύντομα η Κυβέρνηση καταχράσθηκε το προνόμιο έκδοσης των assignats, προχωρώντας σε αλόγιστη έκδοση που κατακρήμνισε την αξία τους και οδήγησε σε υπερπληθωρισμό. Αναφέρει ότι «μέχρι τις αρχές του 1796 πάνω από 45 δις φράγκων είχαν εκδοθεί, εκ των οποίων 36 δις ευρίσκοντο σε κυκλοφορία».15 Επιχειρηματολογώντας κατ' αναλογία, και εξομοιώνοντας την Γαλλία του 1795 με τις ΗΠΑ του 1876, συμπεραίνει ότι το κρατικό χρήμα (fiat money) που δεν στηρίζεται σε πολύτιμο μέταλλο (irredeemable) είναι εν γένει κακό, καταστροφικό και απευκταίο. Ο White αποσιωπά δύο πράγματα.
Πρώτον αποσιωπά ότι ο κλήρος και οι ευγενείς δεν έμειναν αδρανείς. Από τον Ιούνιο του 1790 άρχισε η μαζική πλαστογραφία των assignats από βασιλόφρονες της Γαλλίας που τα χρησιμοποιούσαν για αγορά γαιών, αφενός μεν ιδιοποιούμενοι τον πλούτο αυτό, αφετέρου δε υπονομεύοντας το νόμισμα. Από τον Οκτώβριο του 1792 συστηματική πλαστογραφία ξεκίνησε και σε Βέλγιο και Ελβετία.16 Όμως οι πραγματικοί πρωταθλητές ήταν οι Άγγλοι. Η Μ. Βρετανία διεξήγαγε έναν πραγματικό νομισματικό πόλεμο κατά της νεαρής δημοκρατίας:17
It is true that adventurers in Belgium and priestly knaves in Switzerland commenced the business of forging the Assignats as early as October 1792 ... It was found that Belgium was too open and too much in sympathy with revolutionary dogmas; and that Switzerland was too confined in its resources and communication for the.. .vast designs of the nobility and clergy. It is true that the business was kept up and increased there, but the great establishments for the systematized fraud found more scope and greater opportunities for uninterrupted work in London. ... England lent its aid, while its cabinet became the concealed agent for the propagation of the felony and the circulation of the nefarious outrage." Continuing: "Seventeen manufacturing establishments were in full operation in London, with a force of four hundred men devoted to the production of false and forged Assignats. The success and the extent of the labor may be judged by the quantity and the value they represented. In the month of May 1795, it was found that there was in circulation from 12 billion to 15 billion francs of forged Assignats...
The Assignats in circulation at this time, May, 1795, issued by the Revolutionary government were 7.86 billion francs, and not, as Mr. White has stated 45 billion francs.. .The value of the lands dedicated.. .as the basis for their redemption...was 15 billion francs...
Τμήμα της απόδειξης του Dillaye είναι πρακτικά Αγγλικών δικαστηρίων, όταν δικαστικές διαμάχες μεταξύ πλαστογράφων έφεραν το θέμα στο φως της δημοσιότητας. Το ίδιο απέδειξε και το περιστατικό μιας αποτυχημένης στρατιωτικής απόβασης σε γαλλικές ακτές το 1795:18
Nearly as much effort went into the manufacture of counterfeit assignats [as for original]. Before 1794 most of this counterfeiting activity was French. But by then the harshness of anticounterfeiting measures, the difficulty of the work, the scarcity of raw materials, and the depreciation of paper currency had discouraged most domestic countefeiters. Abroad, however, the fabrication of false assignats flourished as late as 1796 under the auspices of governments at war with France. During the Quinberon landing (July 1795) several billions' worth of assignats printed in London were seized. In the face of so many practical difficulties it is rather remarkable that the Convention, and primarily Cambon and Ramel, its leading specialists on the subject, managed to adhere steadfastly to certain fundamental principles.
Εκτός όμως από την αποσιώπηση της πλαστογραφίας ο White καταφεύγει και σε κατάφωρα ψεύδη σε ό,τι αφορά στο ποσόν των εκδοθέντων assignats, πράγμα που ο Dillaye αποκαλύπτει, με παράθεση των σχετικών στοιχείων: «Μέχρι εκείνη τη στιγμή [εκτέλεση Ροβεσπιέρου] τα assignats είχαν παράσχει το σύνολο των μέσων για την στήριξη της Επαναστατικής κυβερνήσεως. Το ποσό σε κυκλοφορία την 1η Ιανουαρίου 1794 ήταν 5,536 δις φράγκα, ή 1,107 δις δολάρια. Η αξία των κτημάτων του κλήρου και διαφυγόντων ευγενών που είχαν τιτλοποιηθεί ήταν 15 δις φράγκα, ή 3 δις δολάρια».19 Δηλαδή η Επαναστατική κυβέρνηση κάθε άλλο παρά ανεύθυνα είχε εκδώσει νόμισμα.
Έτος | Ημέρα | Έκδοση (+)/απόσυρση (-) (livres) | Συνολικό ποσό σε κυκλοφορία (livres) |
---|---|---|---|
1791 | 1/6 | +912.000.000 | 912.000.000 |
1/10 | +239.500.000 | 1.151.500.000 | |
1792 | 22/9 | +820.500.000 | 1.972.000.000 |
1793 | 1/1 | +853.906.618 | 2.825.906.618 |
1/8 | +949.939.435 | 3.775.846.053 | |
1794 | 1/5 | +2.115.633.148 | 5.891.479.201 |
1/7 | +190.572.599 | 6.082.051.800 | |
1/10 | +536.245.370 | 6.618.297.170 | |
1795 | 1/1 | +610.521.893 | 7.228.819.063 |
1/4 | +1.098.126.618 | 8.326.945.681 | |
1/7 | +4.011.198.180 | 12.338.143.861 | |
1/10 | +5.541.194.037 | 17.879.337.898 | |
1796 | 1/1 | +9.685.899.498 | 27.565.237.396 |
1/4 | +9.106.524.366 | 36.671.761.762 | |
1/7 | -2.163.012.176 | 34.508.749.586 | |
1/9 | +11.070.060.454 | 45.578.810.040 |
Πηγή: Alphonse Courtois, Histoire de la Banque de France et des principales institutions françaises de crédit depuis 1716, Guillomin et Cie, Paris, 1875.
Μετά την Θερμιδοριανή αντίδραση ο Ροβεσπιέρος εκτελέστηκε (28/7/1794) και οι Ιακωβίνοι, η παράταξη η ταυτισμένη με την Επαναστατική ορμή, έχασαν την εξουσία. Στην θέση τους έρχονται οι «Θερμιδοριανοί» με την βοήθεια της jeunesse dorée, των «χρυσών νέων» άρχισαν να αποδομούν τα θεμέλια των assignats.20 Μετά από μια αποτυχημένη απόπειρα ανακατάληψης της εξουσίας από τους Ιακωβίνους, οι ευγενείς επέστρεψαν στην Γαλλία διεκδικώντας τα προνόμιά τους.
Οι Θερμιδοριανοί κληρονόμησαν έναν θεσμό που είχε επιτρέψει σε ένα εκατομμύριο επαναστατικού στρατού να πολεμά με επιτυχία σε δεκατρία διαφορετικά μέτωπα. Όμως η πλαστογραφία ήταν εξαντλητική. Όταν τα assignats κατέρρευσαν στα τέλη του 1795, από τα περίπου 100 δισ λιβρών που κυκλοφορούσαν σε assignats,21 τουλάχιστον τα δύο τρίτα ήταν πλαστά. Έτσι, η επαναστατική κυβέρνηση αποφάσισε ότι μετά το όριο των 40 δισεκατομμυρίων γνησίων assignats θα τα απέσυρε. Πράγματι, στις 12/2/1796 οι μήτρες καταστράφηκαν δημοσίως στην πλατεία Vendôme, αλλά όχι στο κλίμα που φιλοτέχνησε ο Στασινόπουλος. Λίγες ημέρες νωρίτερα ο νέος Υπουργός Οικονομικών Ramel-Nogaret, ο οποίος είχε αποφασίσει την απόσυρση των assignats, έπλεξε το εγκώμιό τους:22
Τα assignats δημιούργησαν την επανάσταση, επέφεραν την καταστροφή των τάξεων και των προνομίων· ανέτρεψαν τον θρόνο και θεμελίωσαν την δημοκρατία· εξόπλισαν τις τρομερές φάλαγγες που έφεραν την τρίχρωμη σημαία πέρα από τις Άλπεις και τα Πυρηναία, και που αναπτύχθηκαν κοντά στις πηγές του Ρήνου και στις όχθες των τριών εκβολών του· μας έφεραν την ελευθερία μας.
Μάλιστα, παρότι τα assignats καταργήθηκαν, αντικαταστάθηκαν από άλλο χάρτινο χρήμα, τα mandats, που εκδόθηκαν σε ύψος 800 δισ λιβρών – δηλαδή σε αναλογία 30 mandats ανά assignat – με τα οποία θα γινόταν άμεση εκποίηση συγκεκριμένων εκτάσεων. Επιπλέον εκδόθηκαν mandats άλλων 600 δισ λιβρών για τις άμεσες κρατικές ανάγκες και άλλου 1 τρισ για χρήση όταν θα απαιτείτο.23 Παρότι το όριο των 2,4 τρισεκατομμυρίων δεν ξεπεράστηκε ποτέ, η αξία τους έπεσε ταχύτατα.
Τελικά τα assignats και τα mandats πράγματι κατέρρευσαν, αλλά όχι επειδή ήταν κρατικό χρήμα, ούτε επειδή ήταν χάρτινα. Η αποτυχία των assignats οφείλεται αφενός στην αδυναμία – ή απρονοησία – του επαναστατικού κράτους να τα επιβάλλει ως νόμιμο χρήμα, καθώς και στην δύναμη του κλήρου να τα καταγγείλει ως προϊόν κλοπής. Επιπλέον, στην πτώση των Ιακωβίνων και στην επάνοδο των φιλοβασιλικών που είχαν κάθε συμφέρον να τα απαξιώσουν. Κυρίως όμως, η αξία τους δέχθηκε βαρύ πλήγμα από κερδοσκόπους και πλαστογράφους που διεξήγαγαν κανονικό πόλεμο εναντίον τους.
Πράγματι, τα assignats κατέρρευσαν αλλά δεν απέτυχαν στον σκοπό τους. Αντιθέτως, αποτέλεσαν το μέσον για να αντέξει η Γαλλική Επανάσταση και να καταφέρει όσα κατάφερε. Στο ίδιο συμπέρασμα θα κατέληγε ο Dillaye για τα Greenbacks:24
The Natural laws of finance, as Mr. White understands them, would have [...] strangled our [American] revolution in 1775, and kept us slaves to [...] kingly impudence [...] Not a dollar has ever been lost by the paper credits of the United States since the adoption of the Constitution; but the losses, the ruin, the bankruptcies and the fatal failures which have resulted from banks making gold the basis are written in the history of every crisis for over three quarters of a century, and aggregate very many times the amount of the national debt [...] but who will attempt to estimate the amount of human misery and woe which this system of fraudulent specie basis has entailed on the American people?
Παραπομπές
1 Ψήφισμα ΚΖ', Ελληνική Πολιτεία Αριθ. 3851 (Γενική Εφημερίς της Ελλάδος, 4/7/1831, σελ. 288-289).
2 Οργανισμός των χαρτονομισμάτων, Ελληνική Πολιτεία Aριθ. 3944 (ΓΕΕ, 4/7/1831, σελ. 289).
3 Ελληνική Πολιτεία Aριθ. 15454 (Γενική Εφημερίς της Ελλάδος, 2/9/1831, σελ. 421).
4 Χαρτονόμισμα που εξέδιδε κάθε αποικία ξεχωριστά, ελεύθερα τόκου και χωρίς στήριξη από πολύτιμο μέταλλο. Δηλαδή δεν ήταν υποσχέσεις πληρωμής σε χρήμα, αλλά χρήμα τα ίδια. Το πρώτο ήταν η λίρα της Μασαχουσέτης το 1690.
5 Εκδόθηκαν στις 22 Ιουνίου 1775 από το Ηπειρωτικό Κογκρέσο (Continental Congress) και αποτέλεσαν όχι απλώς ένα εργαλείο της Επανάστασης, αλλά και μια Επανάσταση τα ίδια.
6 Ψήφισμα Δ', της Ε' Εθνοσυνέλευσης του Ναυπλίου, 11/1/1832 (Γενική Εφημερίς της Ελλάδος, 23/1/1832, σελ. 28-30).
7 Ψήφισμα Ζ', της Ε' Εθνοσυνέλευσης του Ναυπλίου, 27/1/1832 (Γενική Εφημερίς της Ελλάδος, 3/2/1832, σελ. 50).
8 Ελληνική Πολιτεία Αρ. 8, 25/4/1832 (Αθηνά, 4/5/1832, σελ. 65).
9 Πρβλ. τις «σιχνάτσες» που αναφέρει ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης στους «Χαλασοχώρηδες» και στην «Τύχη απ' την Αμέρικα».
10 Γιώργος Στασινόπουλος, Η δραχμή κατά την Οθωνική περίοδο, Η Καθημερινή – Επτά ημέρες, Κυριακή 30/12/2001, Αφιέρωμα – Αποχαιρετώντας τη δραχμή.
11 Νίκος Α. Κεράνης, Και εγένετο Χρήμα!, Το Βήμα της Κυριακής, 6/7/2003.
12 Ο ίδιος ο Λίνκολν ήταν μάλλον απολογητικός για τα greenbacks, τα οποία ήταν πρωτοβουλία του Γερουσιαστή του Bufallo, Elbridge E. Sapulding. Σε κάθε περίπτωση όμως ωφέλησαν και τον ίδιο (Zarlenga, The lost science of money, σελ. 455-458).
13 Andrew D. White, Paper money inflation in France: How it came, what it brought and how it ended, D. Appleton & Co., New York 1876 (διαθέσιμο στο http://archive.org/details/papermoneyinfla00whitgoog).
14 Stephen D. Dillaye, Assignats and Mandats, A True History, Including an Examination of Dr. Andrew Dickson White's "Paper Money In France, Henry Carey Baird & Co., Philadelphia 1877.
15 White, Paper money in France, 1876, σελ. 54.
16 Alexander del Mar, Money and civilization, George Bell & Sons, London 1886, σελ. 256-257.
17 Dillaye, Assignats and Mandats, 1877, σελ. 32-33.
18 Michel Bruguière, Assignats, σελ. 431 (στο συλλογικό François Furet, Mona Ozouf, A critical dictionary of the French Revolution, President and Fellows of the Harvard College, 1989).
19 Dillaye, Assignats and Mandats, 1877, σελ. 29.
20 Στις 8/12/1794 ο Cambaceres πρότεινε γενική αμνηστία και η Συνέλευση ανακάλεσε το διάταγμα που εξόριζε τους ευγενείς και τους κληρικούς από την Γαλλία. Όσες εθνικές γαίες δεν είχαν αλλάξει χέρια ξαναπέρασαν στους προηγούμενους ιδιοκτήτες τους.
21 del Mar, Money and civilization, 1886, σελ. 252.
22 «Les assignats ont fait la révolution, ils ont amené la destruction des ordres et des priviléges ; ils ont renversé le tròne et fondé la république ; ils ont armé et equipé ces colonnes formidables qui ont porté l' étenderd tricolore au delà des Alpes et des Pyrénees, qui ont dépoloyé près des sources du Rhin et sur les rives de ses trois embouchures ; ils nous ont valu notre liberté». Συμβούλιο των πεντακοσίων, συνεδρία της 9 Pluviose IV [29/1/1796]. (Le moniteur universel, no. 134, 14 Pluviose IV [3/2/1796]). Παρατίθεται στο Réimpression de l'Ancien Moniteur - tome 27, Henri Plomb, Paris 1863, σελ. 351.
23 del Mar, Money and civilization, 1886, σελ. 258.
Προσθήκη νέου σχολίου