Κατά κανόνα, οι σημερινοί οικονομολόγοι δεν κάνουν τον κόπο να μελετήσουν την ιστορία του χρήματος. Είναι πολύ ευκολότερο να την φανταστούν και να υποθέσουν τις αρχές αυτής της φανταστικής γνώσης Alaxander del Mar, A History of monetary systems (1901)
Τι ήταν, και τι είναι, η «μεταλλική δραχμή»;
Θυμάμαι στην «Σωφερίνα» τον δικαστή να επιδικάζει στην κατηγορουμένη πρόστιμο «1500 μεταλλικών δραχμών». Όταν, μικρός, είχα ρωτήσει την μητέρα μου τι σήμαινε αυτό, το μόνο που θυμάμαι είναι ότι... δεν κατάλαβα την απάντηση. Η απορία έμεινε για πολλά χρόνια, μέχρι που βρήκα την ευκαιρία να την λύσω στα πλαίσια της έρευνας για το βιβλίο μου «Το χρήμα στην Ελλάδα».
Η προέλευση της «μεταλλικής δραχμής» ανάγεται στις περιόδους κατά τις οποίες ίσχυε διεθνώς κάποιος μεταλλικός κανόνας, ενώ στην Ελλάδα είχε επιβληθεί αναγκαστική κυκλοφορία των τραπεζογραμματίων (χαρτονομισμάτων), δηλαδή ο μεταλλικός κανόνας αναστελλόταν. Αυτό σήμαινε ότι ο κάτοχος τραπεζογραμματίων δεν μπρούσε να απαιτήσει την εξαργύρωσή τους από κάποια τράπεζα. Στις περιόδους αυτές η αξία των χαρτονομισμάτων ήταν υποτιμημένη σε σχέση με των αργυρών δραχμικών νομισμάτων αφού αναγνωριζόταν και ρητώς ότι δεν υπήρχε κάλυψή τους από μεταλλικό νόμισμα (αυτό βεβαίως ήταν μια συνήθης πραγματικότητα παγοσμίως, την οποία οι οικονομολόγοι και οι πολιτικοί επέλεγαν να αποκρύπτουν).
Π.χ., τέτοια επίσημη διαφοροποίηση μεταξύ μεταλλικών και χάρτινων δραχμών έκανε το δασμολόγιο του 1887 (άρ. 24), που όριζε ότι η είσπραξη δασμών σε τραπεζογραμμάτια θα συμπεριελάμβανε επιπλέον 15% επί του δασμού σε σχέση με την πληρωμή σε μεταλλικό.1 Η αναθεώρηση του δασμολογίου το 1892, επίσης όριζε ότι αν η πληρωμή εισαγωγικών τελών γινόταν με τραπεζογραμμάτια αναγκαστικής κυκλοφορίας ίσχυαν διαφορετικές τιμές για τους δασμούς (άρ. 26). Τον νόμο συνόδευε ένας εκτεταμένος πίνακας που όριζε ισοτιμίες μεταλλικών δραχμών και τραπεζογραμματίων ανά κλάση και είδος εμπορεύματος, με ισοτιμία της μεταλλικής δραχμής περί τις 1,32 χάρτινες δραχμές.2 Ταυτοχρόνως, με τον Ν. ͵ΒΡΙΕ'/18923 οι διάφοροι εξαγωγικοί φόροι βεβαιώνονταν σε τραπεζογραμμάτια, αλλά εισπράττονταν σε χρυσό με έκπτωση κατά 1/6, δηλαδή μια χρυσή δραχμή οριζόταν στις 1,20 χάρτινες. Δηλαδή, με την χρήση της μεταλλικής δραχμής αυξάνονταν οι δασμοί καθώς η χάρτινη δραχμή υποτιμάτο, αλλά η υποτίμηση ήταν μεγαλύτερη στους εισαγωγικούς από ό,τι στους εξαγωγικούς δασμούς.
Συν τω χρόνω έγιναν πολλές αναθεωρήσεις της ισοτιμίας μεταλλικών και χάρτινων δραχμών για την καταβολή δασμών,4 καθώς και ορισμός ισοτιμιών με ξένα νομίσματα.5 Όμως δεν ήταν μόνον οι δασμοί το πεδίο εφαρμογής του διαχωρισμού χάρτινης και μεταλλικής δραχμής, καθώς αυτό συμπεριέλαβε τον υπολογισμό τελών, προστίμων, φόρων, αμοιβών δικηγόρων κλπ. Σταδιακά, ο σκοπός ύπαρξής της δεν ήταν τόσο η τιμολόγηση σε κάποιο «σταθερό» νόμισμα, αλλά ως εργαλείου διεξαγωγής οικονομικής πολιτικής. Πράγματι, η «μεταλλική δραχμή» υπήρχε ως λογιστική μονάδα ακόμη και σε περιόδους που δεν ίσχυε αναγκαστική κυκλοφορία, δηλαδή τυπικώς προβλεπόταν πλήρης μετατρεψιμότητα μεταξύ χάρτινης και αργυρής δραχμής και δεν θα δικαιολογείτο υποτίμηση της χάρτινης δραχμής. Επιπλέον, την ίδια στιγμή οριζόταν πολλές διαφορετικές ισοτιμίες, ανάλογα με το πεδίο εφαρμογής του εκάστοτε διατάγματος, που σημαίνει ότι η μεταλλική δραχμή δεν αντιπροσώπευε κάποια αποπληθωρισμένη και σταθερή μονάδα μέτρησης.
Π.χ. με το ΝΔ της 18/4/1926 «Περί καταργήσεως και τροποποιήσεως φόρων καταναλώσεως» (αρ. 8)6 οριζόταν ότι 1 ΜΔ = 8 δρχ για τον υπολογισμό του φόρου καταναλώσεως βύνης. Στο ίδιο όμως ΝΔ, ειδικώς για τον φόρο των προξενικών και διπλωματικών υπαλλήλων οριζόταν ότι 1 χάρτινη δραχμή = 1 χρυσή δραχμή (κατά την τότε περίοδο ίσχυε η μετατρεψιμότητα) και το προκύπτον ποσόν μετατρέπεται σε μεταλλικές. Δηλαδή η μεταλλική δραχμή δεν ήταν ίση με την χρυσή δραχμή.
Παρομοίως σε διάταγμα της 29/4/1927 «Περί του καθορισμού της αξίας της μεταλλικής δραχμής δια τον δασμόν του σίτου και των αλεύρων» ορίζονταν ισοτιμίες της μεταλλικής δραχμής ανάλογα με τον τύπο σίτου ή αλεύρου: 14 δρχ για «άλευρα εκ σίτου μετά ή άνευ πιτύρων» (κλάση 8 τελωνειακού δασμολογίου), 10 δρχ για «σίτο ή σμιγό» (κλάση 7) και 8,50 δρχ για λοιπά άλευρα. Σε άλλο διάταγμα της ίδιας ημερομηνίας «Περί αυξήσεως της αξίας της μεταλλικής δραχμής διά την είσπραξιν εισαγωγικών τελών ενίων εμπορευμάτων» η μεταλλική δραχμή οριζόταν στις 14 δρχ για τις δασμολογικές κλάσεις 28 (σάκχαρις κλπ) και 29α (αμυλοσάκχαρον κλπ).7 Αντιστοίχως, το 1942 ίσχυαν ταυτοχρόνως δώδεκα ισοτιμίες μεταλλικής δραχμής για την δασμολόγηση εισαγομένων εμπορευμάτων, από 2 έως 40 χάρτινες, ανάλογα με το είδος του προϊόντος.8
Η μεταλλική δραχμή απέκτησε πολλαπλή χρήση, ακόμη και σε περιόδους που δεν υπήρχαν μεταλλικές δραχμές σε κυκλοφορία. Π.χ., πριν την μεταρρύθμιση του 1953, αποφασίσθηκε ότι για εξαγορά κτημάτων από την εκκλησία η ισοτιμία της μεταλλικής δραχμής ήταν ίση με μία χρυσή δραχμή της ΛΝΕ (δηλαδή με ένα νόμισμα που ουδέποτε κυκλοφόρησε) ή 4900 χάρτινες.9 Η χρήση της συνέχισε και όταν οι τυπικώς μεταλλικοί κανόνες (χρυσού, αργύρου, διμεταλλικό) αντικαταστάθηκαν από τον κανόνα χρυσού-συναλλάγματος (κατά το σύστημα του Μπρέτον Γουντς), αλλά και μετά την κατάρρευσή του. Έτσι έχουμε απόφαση ισοτιμίας προς 60 δρχ για ανταλλάξιμα κτήματα το 199010 και 140 δρχ το 2000.11 Αντίστοιχο ρόλο έπαιζε και ο συντελεστής της αμοιβής των δικηγόρων που ορίσθηκε το 1954,12 ο οποίος αναπροσαρμοζόταν με αποφάσεις του Υπ. Δικαιοσύνης και ο οποίος ορίσθηκε στις 140 δρχ το 1989 για τελευταία φορά.13,14
Η μεταλλική δραχμή δηλαδή ξεκίνησε ως αναφορά στην φυσική μορφή του νομίσματος, με διαφοροποίηση από τα τραπεζογραμμάτια και χαρτονομίσματα. Σταδιακά όμως, με την κατάργηση των μεταλλικών κανόνων μετατράπηκε σε λογιστική μονάδα της δημόσιας διοίκησης που μπορούσε να έχει πολλαπλές χρήσεις και πολλαπλές ισοτιμίες ανάλογα με το πεδίο αφαρμογής. Έτσι, ουσιαστικά αποτελούσε εργαλείο υλοποίησης δασμολογικών, φορολογικών, εισοδηματικών και άλλων πολιτικών, καθώς μπορούσαν την ίδια στιγμή να ισχύουν διαφορετικές ισοτιμίες μεταλλικής προς κανονική δραχμή, ανάλογα με το προϊόν, το τέλος, το πρόστιμο ή την διατιμώμενη υπηρεσία.
Ενδεικτική αυτού του χαρακτήρα της μεταλλικής δραχμής είναι η αγανάκτηση των εμπόρων τον Μάιο του 1932 όταν κυκλοφόρησε η είδηση ότι η Κυβέρνηση θα ανατιμούσε την μεταλλική δραχμή από τις 15 στις 25 δρχ. Το μέτρο θα έκανε ακριβότερες τις εισαγωγές, και οι έμποροι το ερμήνευαν ως «πολιτικὴν προστασίας ὡρισμένων βιομηχανιῶν, ἐντελῶς δασμοβίων καὶ συνεπῶς παρασιτικῶν»15 (τελικά, από τις 20/5/1932, με εγκύκλιο του Κ. Βαρβαρέσσου, η μεταλλική δραχμή αυξήθηκε στις 22 δρχ για τα εισαγόμενα είδη πολυτελείας και στις 20 δρχ για τα υπόλοιπα εισαγόμενα είδη16).
Το πιο εντυπωσιακό είναι ότι η μεταλλική δραχμή χρησιμοποιείται ακόμη και σήμερα, αρκετά χρόνια δηλαδή μετά την έλευση του ευρώ. Π.χ. Η ισοτιμία της είχε ορισθεί στα 1,50 ευρώ για την ατέλεια Ιερών Μονών Αγίου Όρους το 2002.17 Για τις αμοιβές δικηγόρων ήταν σε χρήση μέχρι και την ψήφιση του νέου κώδικα δικηγόρων το 2013,18 ενώ είναι ακόμη σε χρήση για την παραχώρηση ανταλλαξίμων κτημάτων, με ισοτιμία που ορίζεται βάσει αποφάσεων του Υπ. Οικονομικών· σήμερα η σχετική ισοτιμία είναι στα 2,44 ευρώ.19
Παραπομπές
1 Ν. ΑΥΚΕ'(1425) της 27/4/1887 (ΦΕΚ 100Α της 30/4/1887).
2 Ν. ΒΡΚΑ'(2121) της 30/12/1892 (ΦΕΚ 465, 31/12/1892, σελ. 1805-1871)
3 ΦΕΚ 99, 30/5/1893, σελ. 501
4 Ο ν. ΓΔ' (3004)/1905 όριζε την τιμή της μεταλλικής δραχμής ειδικώς για τους δασμούς του τελωνειακού δασμολογίου στις 1,45 χάρτινες (ΦΕΚ 53Α της 17/3/1904). Ο ν. 836/1917 όριζε ότι τα δασμολογικά τέλη που εισπράττονται σε μεταλλικό μπορούν να εισπράττονται και σε τραπεζογραμμάτια στο άρτιο, όμως δια ΒΔ θα μπορούσε να ορίζεται διαφορετική ισοτιμία, μέσω «νομισματικής διαφοράς προσθέτως καταβλητέας», αν η καταβολή γινόταν με τραπεζογραμμάτια (Ν. 836 της 2/9/1917, ΦΕΚ 187 της 5/9/1917, σελ. 639). Με το ΒΔ του 1920 Περί κώδικος των νόμων «περί τελωνειακού δασμολογίου» (άρ. 34) ορίσθηκε και πάλι η ισοτιμία της μεταλλικής δραχμής στις 1,45 χάρτινες για την πληρωμή εισαγωγικών τελών (ΦΕΚ 170Α της 30/7/1920 (σελ. 1674), ενώ με το ΝΔ της 13/6/1923 «περί τρόπου εισπράξεως εισαγωγικών τελών» οριζόταν η ισοτιμία της μεταλλικής δραχμής στις 10 δρχ, πλην κάποιων εξαιρέσεων (ΦΕΚ 157Α της 14/6/1923, άρ. 1).
5 Π.χ. ο ν. 4952/1931 (αρ. 185) αναφέρει ισοτιμία της μεταλλικής δραχμής ίση με 0,2 δολάρια ΗΠΑ για την προξενική διατίμηση (ΦΕΚ 106Α της 21/4/1931).
6 ΦΕΚ 131Α της 19/4/1926 .
7 Αυξήσεις των δασμών σίτου και ζακχάρεως, Οικονομικός Ταχυδρόμος 5/1/1927, σελ. 8
8 Ι. Λ. Φράγκος, Η φορολογική επιβάρυνσις του εκ του εξωτερικού εισαγομένων εμπορευμάτων, Οικονομικός Ταχυδρόμος, 12/10/1942, σελ.1.
9 Διάταγμα της 26/9/1952, άρ. 15 (ΦΕΚ 289Α της 8/10/1952)
10 ΠΟΛ1160 της 11/7/1990.
11 Απόφαση 1045790/4217/0010Γ (ΦΕΚ 678Β της 2/6/2000).
12 Ν. 3026 της 7/10/1954, αρ. 99 (ΦΕΚ 235Α της 8/10/1954).
13 Απόφαση 12398 της 9/2/1989 (ΦΕΚ 131Β της 21/2/1989).
14 Ο ν. 3026/1954 δεν κάνει λόγο για μεταλλικές δραχμές όσον αφορά στις αμοιβές των δικηγόρων, αλλά για κανονικές δραχμές, όμως στις διάφορες αποφάσεις θεωρούνται μεταλλικές και ο συντελεστής θεωρείται η ισοτιμία της μεταλλικής με την κανονική δραχμή
15 Ο εμπορικός κόσμος εναντίον πάσης αυξήσεως της μεταλλικής δραχμής – η διαφορά εμπορίου και εθνικής βιομηχανίας, Ελεύθερον Βήμα, 19/5/1932, σελ. 4.
16 Ελεύθερον Βήμα, 20/5/1932, σελ. 4.
17 Απόφαση Δ.802/49/Α0018, άρ. 1 (ΦΕΚ791Β της 26/6/2002).
18 Βλ. π.χ., απόφαση 167 της 9/11/201 για αμοιβή δικηγόρου από τον Δήμο Αμφίκλειας-Ελάτειας (ΑΔΑ 457ΞΩΨΚ-ΠΦ6 ).
19 Βλ. π.χ. αποφάσεις: ΑΔΑ ΒΛ1ΟΗ-ΙΨΦ (http://static.diavgeia.gov.gr/doc/ΒΛ1ΟΗ-ΙΨΦ) και ΑΔΑ ΒΛ1ΟΗ-Η6Α (http://static.diavgeia.gov.gr/doc/ΒΛ1ΟΗ-Η6Α) της 19/9/2013, ΑΔΑ ΒΙΦ2Η-220 της 4/4/2014 (http://static.diavgeia.gov.gr/doc/ΒΙΦ2Η-220).
Προσθήκη νέου σχολίου